Μυκοφιλία και Μυκοφοβία


Οι άνθρωποι συλλέγουν και καταναλώνουν άγρια μανιτάρια εδώ και χιλιάδες χρόνια. Μάλιστα, από αρχαιολογικά δεδομένα προκύπτει πως τουλάχιστον στη Χιλή οι άνθρωποι κατανάλωναν άγρια μανιτάρια πριν από 13.000 χρόνια, ενώ είναι γνωστό πως στην αρχαιότητα τα άγρια μανιτάρια ήταν πολύ αγαπητή και ξεχωριστή τροφή για τους αρχαίους Αιγυπτίους, Πέρσες, Έλληνες, Ρωμαίους και Κινέζους. Σε χώρες τις Νοτιοανατολικής Ασίας, σε χώρες της λατινικής Αμερικής αλλά και της Αφρικής υπάρχει επίσης μια μακρά παράδοση για την κατανάλωση και τη χρήση των άγριων μανιταριών. 



Κι ενώ υπάρχουν χώρες που οι κάτοικοί τους επιδίδονται παραδοσιακά στη συλλογή των άγριων μανιταριών και απολαμβάνουν να τα καταναλώνουν, από την άλλη μεριά ο πληθυσμός άλλων χωρών αντιμετωπίζει τα άγρια μανιτάρια με σκεπτικισμό και φόβο, καθώς τα θεωρούν αρκετά επικίνδυνη τροφή. Έτσι, υπάρχουν χώρες που ο πληθυσμός της μπορεί να χαρακτηριστεί ως «μυκοφιλικός» και χώρες που ο πληθυσμός της μπορεί να χαρακτηριστεί ως «μυκοφοβικός».

Ανάμεσα στις μυκοφοβικές χώρες βρίσκονται και πολλές χώρες της Ευρώπης, όπως η Μεγάλη Βρετανία και η Γερμανία. Βέβαια, και στα γεωγραφικά όρια μιας ευρωπαϊκής χώρας ο πληθυσμός δεν έχει μια ενιαία συμπεριφορά απέναντι στα μανιτάρια. Για παράδειγμα, σε περιοχές της κεντρικής και βόρειας Ιταλίας είναι πολύ πιο διαδεδομένη η συλλογή και η κατανάλωση των άγριων μανιταριών σε σχέση με τους κατοίκους του Νότου. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και στην Ισπανία, όπου γενικά οι Ισπανοί συλλέγουν άγρια μανιτάρια, ενώ οι κάτοικοι της Καταλονίας εμφανίζουν μειωμένο ενδιαφέρον. 

Σίγουρα, η πληθυσμιακή ομάδα της Ευρώπης που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί απόλυτα μυκοφιλική είναι οι Ρώσοι. Μάλιστα, οι Εσθονοί συνηθίζουν να λένε για τους Ρώσους και ένα σχετικό ρητό: «Όπου φυτρώνει ένα μανιτάρι, υπάρχει και ένας Ρώσος που το περιμένει». Η αγάπη των Ρώσων για το κυνήγι μανιταριών διαδόθηκε και στη γειτονική Φινλανδία την εποχή της ρωσικής κυριαρχίας. Γενικότερα, βέβαια, οι σλαβικές χώρες τρέφουν ιδιαίτερη αγάπη για τα άγρια μανιτάρια και ασφαλώς θεωρούνται ως μυκοφιλικές

Σήμερα, η εξόρμηση στη φύση για την αναζήτηση άγριων μανιταριών καθώς και η μελέτη τους έχει γίνει προσφιλής απασχόληση σε πολλές χώρες του κόσμου, ακόμη και σε χώρες που παραδοσιακά θεωρούνται μυκοφοβικές. Γιατί σίγουρα η γνώση και η σωστή πληροφόρηση διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην εξάλειψη της φοβίας για μια δηλητηρίαση ή για το ενδεχόμενο θανάτου από την κατανάλωση άγριων μανιταριών.

Εκτός βέβαια από την προσωπική εντρύφηση κάποιου συλλέκτη στην αναγνώριση μανιταριών που επιθυμεί να καταναλώνει, φαίνεται πως στην εξάλειψη της μυκοφοβίας σε κάποιες χώρες καταλυτική ήταν η θέσπιση νομοθετικού πλαισίου για το εμπόριο των άγριων μανιταριών

Στην Ευρώπη ως πρώτο θεσμικό πλαίσιο για το εμπόριο άγριων μανιταριών μπορεί να θεωρηθεί ο κανονισμός που επιβλήθηκε στην αγορά της Βόρειας Ιταλίας το 1820 από την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Επειδή είχαν προκληθεί αρκετές περιπτώσεις δηλητηριάσεων από το ανεξέλεγκτο εμπόριο φρέσκων μανιταριών σε περιοχές της Βόρειας Ιταλίας, ήδη από τον 18ο αιώνα, οι αρχές της Αυστροουγγαρίας επέβαλαν νόμους και κανόνες σχετικά με το εμπόριο άγριων μανιταριών. Στη συνέχεια, το παράδειγμα αυτό ακολούθησαν και άλλες χώρες. 

Γενικά, από σχετικές έρευνες προκύπτει πως σε χώρες όπου έχει θεσμοθετηθεί νομοθετικό πλαίσιο αναφορικά με τη συλλογή και το εμπόριο άγριων μανιταριών, οι κάτοικοι είναι φίλοι των άγριων μανιταριών και δεν φοβούνται να τα καταναλώνουν, καθώς είναι βέβαιοι πως τα μανιτάρια που αγοράζουν είναι 100% ελεγμένα. Αυτό βέβαια είναι απολύτως λογικό, αν σκεφτούμε πως για να εξοικειωθεί πρώτα κανείς με την κατανάλωση των άγριων μανιταριών, θα πρέπει να υπάρχουν οι σχετικές εγγυήσεις πως δεν θα δηλητηριαστεί. 

Συνεπώς, το νομοθετικό πλαίσιο για τη συλλογή και την εμπορία άγριων μανιταριών είναι άκρως απαραίτητο και για την Ελλάδα, έτσι ώστε να οριστούν κάποια κριτήρια για τα εμπορεύσιμα είδη που θα οδηγούνται με ασφάλεια στην αγορά για κατανάλωση. 


Πηγές:





mushring