Πώς θα επηρεάσει η κλιματική αλλαγή την ανάπτυξη μανιταριών;


Από τα μέσα του 20ού αιώνα το κλίμα της Γης έχει αλλάξει με ταχύ ρυθμό και αυτό ασφαλώς έχει επιπτώσεις σε όλους τους ζώντες οργανισμούς. Παρά το γεγονός πως στην Ανατολική Μεσόγειο άργησε να φανεί η κλιματική αλλαγή, που ήδη παρατηρείτο σε άλλα σημεία της Γης, καθώς η ροή των αερίων μαζών από το Βορά προς Νότο κρατούσαν λίγο χαμηλά τη θερμοκρασία, η κλιματική αλλαγή είναι γεγονός. Για παράδειγμα, από το 1970 έως σήμερα, η θερινή θερμοκρασία στα Ιωάννινα έχει αυξηθεί κατά 2 βαθμούς. Επειδή ωστόσο δεν έχει αυξηθεί η χειμερινή θερμοκρασία, κατά μέσο όρο έχει αυξηθεί γύρω στο μισό βαθμό η ετήσια θερμοκρασία.

Αν επαληθευτούν τα πιο εφιαλτικά σενάρια της κλιματικής αλλαγής, αναμένεται πως το 2100 η παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας θα κυμανθεί από 1 έως 5 C. Οι ζεστές μέρες θα αυξηθούν και οι ημέρες παγωνιάς θα μειωθούν. Η χωρική κατανομή των βροχοπτώσεων και των χιονοπτώσεων αναμένεται πως θα μετατοπιστούν και ταυτόχρονα πως θα αυξηθούν οι τυφώνες και οι πυρκαγιές. 

Όπως είναι αναμενόμενο, αυτές οι αλλαγές θα επηρεάσουν την εξέλιξη των ειδών, την ικανότητά τους να προσαρμόζονται στο περιβάλλον, να μεταναστεύουν και να επιβιώνουν σε ένα οικοσύστημα. Ασφαλώς, η κλιματική αλλαγή επηρεάζει και την παραγωγή και την ανάπτυξη των μανιταριών. Λαμβάνοντας βέβαια υπόψη πως γενικά οι μύκητες διαδραματίζουν έναν σημαντικότατο ρόλο σε ένα οικοσύστημα, αντιλαμβανόμαστε πως οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους μύκητες αναμένονται να είναι καθοριστικές για τη λειτουργία ενός οικοσυστήματος. 

Κι ενώ μέσα από μοντέλα μπορεί να προβλεφθούν οι κλιματικές αλλαγές, για τους μύκητες δεν είναι ακόμη δυνατό να προβλεφθεί πώς ακριβώς θα επηρεαστούν από την κλιματική αλλαγή.

Έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί σε εργαστηριακό περιβάλλον έχουν αποδείξει ότι όσο αυξάνεται η θερμοκρασία ευνοείται η ανάπτυξη των μυκήτων, αλλά όταν αυξηθεί η θερμοκρασία σε μεγάλο βαθμό, τότε μειώνεται και η ανάπτυξη του μύκητα. Επίσης, το ανεπαρκές επίπεδο υγρασίας επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη των μυκήτων, όπως αντίστοιχα και η υπερβολική υγρασία. 

Ασφαλώς, από μελέτες για την ανάπτυξη των μανιταριών (basidiomycete agarics) προκύπτει πως η κλιματική αλλαγή έχει επηρεάσει σημαντικά την ανάπτυξή τους, καθώς οι βροχοπτώσεις και η θερμοκρασία επηρεάζουν τόσο τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου όσο και το χρόνο δημιουργίας των σπόρων. Για παράδειγμα, σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες η χρονική διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου αρκετών ειδών μανιταριών έχει διπλασιαστεί από τη δεκαετία του 1950. Παρόμοιες αλλαγές έχουν αναφερθεί και για περιοχές της Ασίας και της Βόρειας Αμερικής. Μια χειροπιαστή απόδειξη το πώς έχει επηρεάσει η κλιματική αλλαγή τα μανιτάρια είναι πως αρκετά δημοφιλή εδώδιμα μανιτάρια, όπως ο Βωλίτης ο εδώδιμος και οι Κανθαρέλλες, σήμερα αναπτύσσονται πιο αργά στη μανιταροσεζόν σε σχέση με τη δεκαετία του 1950.

Σίγουρα, οι υψηλότερες θερμοκρασίες σε συνδυασμό με τα αυξημένα επίπεδα υγρασίας καθίστανται ευνοϊκοί παράγοντες για την ανάπτυξη μανιταριών τόσο στο έδαφος όσο και σε βιομάζα φυτών και ίσως παρατείνουν τη διάρκεια της περιόδου καρποφορίας. Από την άλλη μεριά, βέβαια, η συνεχόμενη εναπόθεση νεκρής βλάστησης και η αποσύνθεσή της αναμένεται να αυξήσουν την επακόλουθη απελευθέρωση διοξειδίου του άνθρακα από το έδαφος, τα ξύλα και τα σάπια φύλλα, πράγμα που μπορεί να αντισταθμίσει το αποτέλεσμα. 

Ακόμη, σε περιοχές με θερμότερα εδάφη που αναπτύσσονται μανιτάρια, τα μυκορριζικά είδη εμφανίζουν μεγάλη εξάπλωση στο έδαφος και καταναλώνουν περισσότερο άνθρακα από το φυτό ξενιστή και έτσι αποκτούν κυριαρχία στο δάσος. Βέβαια, υπάρχουν και οι ενδοφυτικοί μύκητες, μύκητες που ζουν μέσα στα φύλλα των φυτών, και παρά το γεγονός πως δεν έχουν μελετηθεί διεξοδικά, θεωρείται ότι ανταποκρίνονται στην κλιματική αλλαγή και μπορούν να βελτιώσουν τις επιπτώσεις της ξηρασίας στο φυτό ξενιστή. 

Ασφαλώς, υπάρχουν ακόμη πολλά κενά και αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με το πώς θα ανταποκριθούν τα μανιτάρια στην επικείμενη κλιματική αλλαγή και κανείς δεν μπορεί να αποφανθεί με βεβαιότητα για το τι αναμένεται να συμβεί. 

Το σίγουρο πάντως είναι πως η ανάπτυξη των μανιταριών επηρεάζεται από τη ρύπανση και κυρίως από τις εκπομπές αερίων στην ατμόσφαιρα. Μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από Ολλανδούς τη δεκαετία του 1950 απέδειξε πως η καρποφορία μανιταριών μειώνεται με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Επίσης, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως με την καύση των ορυκτών καυσίμων διαχέονται στην ατμόσφαιρα και οξείδια του αζώτου, τα οποία με τη σειρά τους καταστρέφουν τα δάση. Δέντρα όπως οι βελανιδιές, οι οξιές, τα έλατα και τα πεύκα, που συμβιώνουν με τα πολύτιμα άγρια μανιτάρια, είναι εξαιρετικά ευαίσθητα στη μόλυνση από το άζωτο. 

Συνεπώς, όσο αυξάνονται οι βλαβερές εκπομπές από την καύση των ορυκτών καυσίμων τόσο πιο πολύ καταστρέφονται τα άγρια μανιτάρια και τα δέντρα που είναι συνδεδεμένα μαζί τους. 

Τα μανιτάρια, λοιπόν, που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στο οικοσύστημα και βοηθούν στην υγεία του δάσους, είναι οι πρώτοι «μαχητές» του πλανήτη μας που ηττώνται από την ατμοσφαιρική ρύπανση. Εάν, λοιπόν, προστατέψουμε τον πλανήτη μας από την καύση των ορυκτών καυσίμων, σώζουμε και τα μανιτάρια, τους βασικούς δηλαδή μαχητές κατά της κλιματικής αλλαγής. 



mushring